Η διαστρέβλωση της λειτουργίας των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων
του Νίκου Ντάσιου από τη Ρήξη φ. 103 που κυκλοφορεί
Ενόψει των επερχόμενων δημοτικών εκλογών, πολλοί «προοδευτικοί αριστεροί» δήμαρχοι (Μπουτάρης Καμίνης κ.λπ.), θα δώσουν ιδιαίτερη έμφαση στο μοντέλο της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, εξαίροντας τη σημασία της στην προώθηση της επιχειρηματικότητας ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, στην τοπική ανάπτυξη, στην προστασία του περιβάλλοντος και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Α πό άποψη αρχών η προσέγγιση φαίνεται ορθή, ο τρόπος όμως που αρκετοί δήμοι εφαρμόζουν το μοντέλο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας έως τώρα, με ευθύνη των αιρετών, κάθε άλλο παρά μια τέτοια προσέγγιση προωθεί. Η κοινωνική οικονομία σε συνθήκες ομηρίας και εξάρτησης της χώρας και της Τ.Α. μετατρέπεται σε όχημα για την ιδιωτικοποίηση προνοιακών δομών και παγίωσης ελαστικών εργασιακών σχέσεων, υπό τη δαμόκλειο σπάθη των απολύσεων και τον φόβο της θηριώδους ανεργίας που προκάλεσε η εφαρμογή των μνημονίων.
Ο Μπουτάρης, με την καθοδήγηση της συντρόφου του (η οποία δηλώνει μέντορας της κοινωνικής οικονομίας με πρότυπα αναφοράς τη Γερμανική Κοινωνία των Πολιτών) κας Γκάμπριελ Σάινερ και μέσω της πρωτοβουλίας των Πέντε δημάρχων, αναφέρεται συχνά με διθυραμβικό τρόπο στις νέες ΚΟΙΝΣΕΠ που θα λύσουν το πρόβλημα της ανεργίας και του αποκλεισμού στους δήμους, δίνοντας προοπτική στα ήδη υπάρχοντα κοινωνικά δίκτυα που δημιουργήθηκαν με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ.
Δεκάδες νέες ΚΟΙΝΣΕΠ δημιουργήθηκαν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, θυμίζοντας την ανάλογη ραγδαία εξέλιξη των ΜΚΟ της δεκαετίας του ‘90, που αφορούν κυρίως σε προνοιακές δράστηριότητες, υπηρεσίες σίτισης, καθαριότητας κ.ο.κ. Το όχημα βάσει του οποίου συγκροτούνται οι νέες δομές είναι οι «προγραμματικές συμβάσεις» μέσω των οποίων ο δήμος παραχωρεί σημαντικά ποσά από τον προϋπολογισμό του στις νεο-ιδρυόμενες ΚΟΙΝΣΕΠ για την κάλυψη του εργατικού κόστους, των λειτουργικών και διοικητικών αναγκών για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα πρέπει να παρασχεθούν οι συγκεκριμένες υπηρεσίες. Στις περισσότερες των περιπτώσεων επιλέγει ο δήμαρχος το προσωπικό που θα απασχοληθεί, αφού οι ΚΟΙΝΣΕΠ, πριν την προγραμματική συμφωνία, δεν διαθέτουν συνήθως προσωπικό, ενώ η αιτία της δημιουργίας τους είναι αποκλειστικά η προοπτική σύναψης συνεργασίας με τον δήμο.
Εξετάζοντας μια τέτοια περίπτωση προγραμματικής σύμβασης του Δήμου Μεταμόρφωσης με την ΚΟΙΝΣΕΠ ΣΥΝ-ΕΡΓΩ, το 7ο τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου αποφάνθηκε, με την απόφαση 250/2013, περί της μη νομιμότητας του συνόλου της διαδικασίας, αφήνοντας ανοιχτή τη διαδικασία ελέγχου για το σύνολο των ΚΟΙΝΣΕΠ που χρηματοδοτήθηκαν μ’ αυτό τον τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, η προγραμματική σύμβαση για την κάλυψη της απασχόλησης 49 ατόμων για 10 μήνες σε 5 δομές παιδικής φροντίδας, δυναμικότητας 350 παιδιών, δαπάνης 673.406,55 €, αποτελεί δημόσια σύμβαση και υποκρύπτει διαδικασία απευθείας ανάθεσης για την παροχή υπηρεσιών, κατά παράβαση του ΠΔ 60/2007 και του Ν. 3463/2006 περί διενέργειας διαγωνιστικών διαδικασιών (στην συγκεκριμένη περίπτωση διεθνούς διαγωνισμού). Προς επίρρωση των ευρημάτων, ο έλεγχος αποφάνθηκε ότι η προγραμματική συμφωνία αποτελεί δημόσια σύμβαση, αφού περιλαμβάνει όρους και ρήτρες απόκλισης για την παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών που τελούν υπό καθεστώς ανταγωνισμού, όπως και οι ειδικότητες των εργαζομένων σε αυτή, αλλά και το γεγονός ότι στο πλαίσιο των λειτουργικών εξόδων της σύμβασης υποκρύπτεται κέρδος για την ΚΟΙΝΣΕΠ, κατά παράβαση των αρχών λειτουργίας της βάσει του Ν. 4019/11.
Γίνεται προφανές πως οι «προοδευτικοί δήμαρχοι» επέλεξαν τις ΚΟΙΝΣΕΠ προκειμένου να υπερβούν γραφειοκρατικές αγκυλώσεις στην έγκριση της επιλογής προσωπικού, τον αριθμό και τα χαρακτηριστικά του οποίου καθόρισε αποκλειστικά η διοίκηση του δήμου. Κατέφυγαν λοιπόν στις προγραμματικές συμβάσεις, προσβλέποντας και στα ανάλογα πολιτικά οφέλη ενόψει των επικείμενων δημοτικών εκλογών. Ελλείψει ενός σχεδίου ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας σε σχέση με την τοπική ανάπτυξη και την παραγωγή, οι επιχειρήσεις αυτές δεν θα έχουν δυνατότητα βιωσιμότητας μετά την πάροδο της χρηματοδότησης τους από τον δήμο και θα κλείσουν. Σε άλλη περίπτωση θα αναγκαστούν να τιμολογήσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους με βάση την αγορά, αποκλείοντας όσους δεν θα μπορούν ν’ ανταποκριθούν οικονομικά, καθώς και να περιορίσουν με κάθε τρόπο το εργασιακό και λειτουργικό τους κόστος, ανοίγοντας τον δρόμο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση των δημοτικών υπηρεσιών.
Όταν, στις αρχές του 2000, οι δήμοι ανέλαβαν, μέσω χρηματοδοτήσεων του Κοινωνικού Ταμείου, τη δημιουργία των πρώτων προνοιακών δομών (Βοήθεια στο Σπίτι, βρεφονηπιακοί κ.λπ.), είχε τεθεί ως συμβατική τους υποχρέωση να καταστήσουν τις δομές αυτές βιώσιμες μετά το πέρας των χρηματοδοτήσεων από τα διαρθρωτικά ταμεία. Δυστυχώς, επιδόθηκαν σε ένα όργιο προσλήψεων και επιλεκτικής παροχής υπηρεσιών, άσχετης με τα κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια των δημοτών και με γνώμονα την ψηφοθηρία, αμέλησαν δε κάθε σχεδιασμό και προγραμματισμό για το μέλλον.
Ακόμα σήμερα παραμένει επίκαιρη η εκπόνηση σχεδίων βιωσιμότητας για όλες τις προνοιακές δομές κάθε δήμου, αναφορικά με το είδος των υπηρεσιών και τους αποδέκτες τους, δίνοντας προτεραιότητα σε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη, διασφαλίζοντας τον δημόσιο και δημοτικό χαρακτήρα τους με τις όποιες προδιαγραφές προβλέπονται. Κάθε ενδεχόμενο διαθεσιμότητας και απόλυσης προσωπικού που θα οδηγούσε σε κλείσιμο δομών θα έπρεπε ν’ αποκλειστεί a priori με την επίκληση της έκτασης της ανθρωπιστικής κρίσης που διέρχεται η χώρα. Όπου υπάρχει πλεονάζον προσωπικό θα μπορούσε, μαζί με ανέργους της περιοχής, να συστήσει νέες κοινωνικές επιχειρήσεις σε συμπληρωματικά πεδία, π.χ. επέκταση ωραρίου λειτουργίας δομών, κάλυψη διατροφικών ή άλλων αναγκών σε σύνδεση με τοπικούς παραγωγούς, εμπλουτισμός υπηρεσιών υποστήριξης κ.ο.κ. Με γνώμονα τις Οδηγίες 18 και 19/2004 της Ε.Ε., οι επιχειρήσεις αυτές θα έπρεπε να μπορούν να συμμετέχουν σε διαγωνιστικές διαδικασίες, και να λαμβάνονται υπόψη στη βαθμολογία τους τα όποια κοινωνικά και οικολογικά κριτήρια αυτές πληρούν (συμμετοχή ευπαθών ομάδων, μακροχρόνια ανέργων, πείρα στη χρηστή διαχείριση τοπικών πόρων κ.ο.κ.)
Θα πρέπει να αποτραπεί η εκδοχή της μετεξέλιξης της κοινωνικής οικονομίας σε δούρειο ίππο των νεοφιλελευθέρων μοντέλων, των ευέλικτων μορφών εργασίας και της κυριαρχίας των εξ Εσπερίας τεχνικών συμβούλων, όπως προοιωνίζονται τα έως τώρα συνέδρια για την ανάπτυξη του θεσμού από τους Οικολόγους, τα συνέδρια του Μπουτάρη στο POLIS και τα MONEY SHOW στο HILTON. Η μόνη δυνατότητα θα ήταν αυτές να δημιουργηθούν από ανεξάρτητες ομάδες βάσης, που θα τύχαιναν της στήριξης των τοπικών κοινωνιών και των ανεξάρτητων δημοτικών- περιφερειακών παρατάξεων. Δεν είναι τυχαίο πως, από τα λίγα επιτυχημένα παραδείγματα Κοινωνικού Συνεταιρισμού της τελευταίας περιόδου, είναι αυτό του BIOS-COOP στη Θεσ/νίκη, που πάτησε πάνω στις εμπειρίες του κινήματος κατά των μεσαζόντων και με υπομονή δημιούργησε τη λαϊκή βάση και την απαιτούμενη οργανωτική υποδομή και δικτύωση με μικρούς παραγωγούς που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά του στην πρώτη φάση λειτουργίας του. Βεβαίως, μια ακόμα πιο ουσιαστική παράμετρος για το μέλλον των εγχειρημάτων της εναλλακτικής οικονομίας είναι αυτή της απελευθέρωσης της χώρας και της ανάκτησης της πολιτικής αυτοδυναμίας, αφού σε μια χώρα που δεν μπορεί να καθορίσει μόνη της τον αριθμό των ημερών που το παραγόμενο γάλα είναι φρέσκο, ή το πού θα πωλούνται τα φάρμακα, κανένας τομέας της οικονομίας δεν μπορεί να έχει μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου